Πανεπιστημίου ημέρα με πορεία- προσωπικό αρχείο
Το συμβολικό παράδειγμα -Γιατί τόση συζήτηση για το Rethink?
Για την πεζοδρόμηση της Πανεπιστημίου έχουν γραφτεί σχεδόν τα πάντα-
Το θέμα κατάφερε να παραμείνει στο επίκεντρο της συζήτησης για την Αθήνα επισκιάζοντας θέματα εξίσου και πιο σημαντικά, όπως το ρυθμιστικό σχέδιο του λεκανοπέδιου, το σκάνδαλο του Ελληνικού κ.α. Κατάφερε να επισκιάσει και τα έργα του Φαληρικού Όρμου στη συζήτηση που έγινε μετά την πρόσφατη διαρροή της φημολογίας ότι η Ευρωπαϊκή ένωση αρνείται να χρηματοδοτήσει τα δυο έργα. Διαβάζοντας τα σχόλια κάτω από την είδηση, σε site αρκετά ετερόκλητα μεταξύ τους, φαίνεται πως τα νέα για την Πανεπιστημίου συζητήθηκαν πολύ περισσότερο και έγιναν δεκτά με ανακούφιση, σε αντίθεση με τον Φαληρικό Όρμο, για τον οποίο υπήρξε γενική απογοήτευση τη στιγμή που η περίπτωση του είναι πολύ πιο σκανδαλώδης και σοβαρή. Τουλάχιστον η Πανεπιστημίου είναι ακόμα δημόσιος χώρος ενώ ο Φαληρικός Όρμος μεταβιβάστηκε στην Παράκτιο μέτωπο ΑΕ που σημαίνει ό,τι κάποια στιγμή μπορεί να γίνει απρόσβατος για το κοινό. Το θέμα μπήκε κάπως στο περιθώριο μόνο όταν, μετά το Μάιο του 2014, η συζήτηση στράφηκε στο πολύ σοβαρότερο και πανελλήνιας απήχησης θέμα των αιγιαλών.
Στην ουσία το θέμα των αιγιαλών ήταν μόνο μια υποπερίπτωση ενός ευρύτερου σχεδίου, που εν ολίγοις συνοψιζόταν στη συνολική κατεδάφιση του πολεοδομικού σχεδιασμού. Στην περίπτωση του Rethink, όπως και στους αιγιαλούς, η μερική περίπτωση επισκίασε το όλον και πιο σοβαρό θέμα, που είναι η τουριστο-κεντρική κατεύθυνση των επεμβάσεων στην Αθήνα για τα επόμενα χρόνια. Μιλάμε για το Rethink, όπως και για τους αιγιαλούς, γιατί ακριβώς αποτελούν την εικόνα -σύμβολο του όλου. Οι μεν παραλίες ως η κλασική εικονογράφηση του τι είναι Ελλάδα, η μεν Πανεπιστημίου ως ο κατεξοχήν δρόμος του σύγχρονου αθηναϊκού κέντρου.
Κωνσταντίνα Θεοδώρου
10/12/2014
Μιλάμε επίσης για την Πανεπιστημίου, γιατί η περίπτωσή της είναι “απτή”, είναι μέσα στα πόδια μας, στις καθημερινές μας διαδρομές. Η τόση δημοσιότητα γύρω από αυτή και οι εικόνες του διαγωνισμού έκαναν και τον πιο αδαή να μπορεί να έχει άποψη. Για όλα αυτά η επέμβαση στην Πανεπιστημίου αποκτά ένα ειδικό βάρος, αυτό του διδακτικού προτύπου, του παραδείγματος. Εισάγει το ευρύ κοινό σε ένα ύφος και πνεύμα σχεδιασμού που φαίνεται ότι θα διαπνέει όλες τις μελλοντικές επεμβάσεις στην Αθήνα. Ως διδακτικό παράδειγμα λοιπόν κρίνεται με ιδιαίτερη βαρύτητα- κάθε αστοχία συμβολικά θα πολλαπλασιάζεται.
RETHINK ΑΤΗENS- O μονόδρομος;
Ήδη έχει επιστρατευτεί μια επικοινωνιακή δύναμη για να καλύψει το κενό που θα αφήσουν τα μεγάλα έργα απαντώντας στην ερώτηση “μετά το rethink τι”, ωσάν το rethink να ήταν η μόνη απάντηση στο τι κάνουμε με το κέντρο της Αθήνας. Έτσι βέβαια προωθήθηκε επικοινωνιακά, ως ο μονόδρομος για την ανάπλαση του κέντρου- ως η μοναδική επιλογή σε ένα εκβιαστικό δίλημμα, ή το rethink ή τίποτα, όπως τόλμησε να πει διόλου επιστημονικά και ο επιστημονικός υπεύθυνός του Π. Τουρνικιώτης. Στην κριτική της αντίθετης πλευρά επικράτησε η γραμμή, πάνω στην οποία πάτησε και η ΕΕ για να δικαιολογήσει την απόρριψη, ότι είναι έργο βιτρίνας, περιττή σπατάλη εν μέσω κρίσης. Το αποτέλεσμα αυτής της δίπολης προπαγάνδας είναι ότι στο άκουσμα του νέου της μη χρηματοδότησης το κοινό αναγνώρισε μεν μετά λύπης ότι δεν πρέπει να γίνει ένα τέτοιο σπάταλο έργο σε καιρό κρίσης, αλλά τώρα; πώς θα σωθεί το κέντρο.
Το πρόβλημα όμως με την Πανεπιστημίου δεν είναι ότι είναι έργο βιτρίνας, αλλά ότι δεν σώζει το κέντρο, τουναντίον. Και δώρο να μας την κάνανε θα έπρεπε να πούμε όχι. Δεν απαντάει σε καμία λειτουργική ανάγκη της πόλης, δεν δίνει καμιά ουσιαστική απάντηση στα προβλήματα του κέντρου και κατά πάσα πιθανότητα θα όξυνε αρκετά από αυτά. Περισσότερο απ’ όλα όμως, ακόμα κι αν κάποια στιγμή το έργο υλοποιούνταν και όλα έβαιναν καλώς και οι τωρινές ενστάσεις, εκφρασμένες υπό το φως της κρίσης, διαψεύδονταν, – όποια κι αν ήταν η επιτυχία του έργου στο μέλλον-, υπάρχουν εδώ και τώρα στο παρόν και δεν πρόκειται να σβηστούν στο μέλλον πολύ σοβαρές ενστάσεις ως προς τις κατευθύνσεις και το ήθος που εισάγει, ως προς τη διαδικασία, τον τρόπο σχεδιασμού και το όραμα που φέρει για την πόλη. Ως παράδειγμα έχει ήδη λειτουργήσει αρνητικά.
Τι θα χάσουμε τώρα που θα χάσουμε το Rethink;
Η απάντηση είναι τίποτα. Χωρίς το rethink θα είμαστε μάλλον καλύτερα. Αν εξετάσει κανείς έναν ένα τα όσα οφέλη ευαγγελίζεται όσον αφορά τη βελτίωσης της ποιότητας ζωής των κατοίκων, θα διαπιστώσει ότι πρόκειται για μια τεράστια απάτη με αβλεψίες και λάθη στον σχεδιασμό. Πιο συγκεκριμένα:
1. Η προτεραιότητα στον πεζό είναι ένας μύθος αφού δεν θα δικαιούνταν περισσότερο χώρο απ’ ό,τι έχει το σημερινό πεζοδρόμιο. Στα σχέδια όπου η μελλοντική Πανεπιστημίου εμφανίζεται γενναιόδωρη στον πεζό, παραπλανητικά η λωρίδα του τραμ εμφανίζεται σαν χώρος κίνησης πεζών, ενώ τουριστικά λεωφορεία, ταξί, οχήματα τροφοδοσίας, και δυο λωρίδες τραμ θα γέμιζαν όλο το φάρδος του τωρινού δρόμου. Η κίνηση των πεζών μάλιστα θα δυσκόλευε αφού αρκετές γραμμές λεωφορείων θα κόβονταν, για να αντικατασταθούν από το αργό τραμ, μέσο σταθερής τροχιάς που, αλήθεια, ποιός θα το προτιμούσε από το πολύ πιο γρήγορο μετρό- (μέσο επίσης σταθερής τροχιάς) που θα έτρεχε ακριβώς από κάτω σε παγκόσμια ελληνική σχεδιαστική πατέντα!

2. Η μέριμνα για τον ποδηλάτη είναι επίσης αστεία, μιας και ούτε αρχάριος φοιτητής δεν θα σχεδίαζε ποδηλατοδρόμο 2,5χμ (το μήκος της επέμβασης), χωρίς συνδέσεις, χωρίς να είναι μέρος μιας ευρύτερης ποδηλατικής διαδρομής. Πώς, από πού και γιατί να φτάσει κανείς με το ποδήλατο στην νέα Πανεπιστημίου για να κάνει μια διαδρομή μόλις 7,5 λεπτών;
3. Όσο για δε την οικολογική διάσταση του έργου αυτή υπερτονίζεται ασύμμετρα τη στιγμή που το τελευταίο που περιμένει κανείς από μια ανάπλαση δρόμου με το ειδικό ιστορικό βάρος της Πανεπιστημίου είναι να αλλάξει το κλίμα της Αθήνας. Η εκτροπή από το ουσιώδες και η εστίαση στο τεχνικό θέμα είναι ύποπτη. Είναι αυτονόητο για οποιοδήποτε σύγχρονο έργο να πληροί περιβαλλοντικές προδιαγραφές, άσχετα αν στην χώρα μας η ούτως ή άλλως υποχρεωτική τήρησή τους παρουσιάζεται σαν κανένα φοβερό κατόρθωμα. Επίσης αυτός που σχεδιάζει δεξαμενές για να μαζεύει νερό στην Πανεπιστημίου θα έπρεπε να ξέρει ότι τα κτίρια της Πανεπιστημίου έχουν ακριβώς πρόβλημα με τις δεξαμενές νερού των υπογείων τους που ξεχειλίζουν και ευχαρίστως θα το ξεφορτώνονταν για να ποτίζονται οι ζαρντινιέρες του Rethink.
4. Αν όλα αυτά τα πρακτικά δεν σημαίνουν τίποτε για όποιον ζει μόνο με την ελπίδα μιας αισθητικής αναβάθμισης της Πανεπιστημίου, στην υποκειμενική του αίσθηση του γούστου μπορεί κανείς να αντιτάξει την αντικειμενική εικόνα. Όποιο και να ήταν το σχέδιο των αρχιτεκτόνων, το έργο θα κατασκευαζόταν εργολαβία από την Αττικό Μετρό, χωρίς επίβλεψη από τους αρχιτέκτονες. Αν κάποιος τρέφει αποτροπιασμό για την τωρινή πλατεία Ομόνοιας ας μη στενοχωριέται για τη χαμένη ευκαιρία μιας πιο όμορφης πλατείας μιας και υπεύθυνος για την υλοποίηση και ελεύθερη ερμηνεία των σχεδίων των αρχιτεκτόνων, ερήμην τους θα ήταν η Αττικό Μετρό, υπεύθυνη και για την τωρινή μορφή της πλατείας.
5. Μένει λοιπόν ο μεγαλύτερος μύθος – “Η ανασυγκρότηση του κέντρου με άξονα την Πανεπιστημίου”, όπως ήταν και ο τίτλος του διαγωνισμού. Στο τεράστιο ερώτημα που είναι η ανασυγκρότηση του κέντρου της Αθήνας, η απάντηση “πεζοδρόμηση της Πανεπιστημίου και τραμ”, θα ερχόταν τελευταία στη λίστα από άλλες πιθανές απαντήσεις. Γίνεται αναφορά στην επιστροφή των κατοίκων στο κέντρο την οποία θα ευνοήσει το έργο κτλ. Σε ένα όμως νεκρωμένο κέντρο, στο οποίο στη θέση μαγαζιού που κλείνει ανοίγει σαν μονοκαλλιέργεια ένα μπαρ, ποιοι κάτοικοι θα ονειρεύονταν να επιστρέψουν; Αυτό που θα σκεπτόταν κανείς για μια πραγματική επιστροφή των κατοίκων θα ήταν να ενισχύσει τις χρήσεις, να γεμίσει τα άδεια κτίρια, να αφήσει την Πανεπιστημίου ως έχει με όλα τα λεωφορεία που κατεβάζουν φοιτητές, εργαζόμενους και στο κέντρο, θα φρόντιζε να ενισχύσει όλες τις γειτονιές που εκβάλλουν στο κέντρο, θα ξεκίναγε πρώτα με το έξω από το κέντρο για να σώσει το μέσα. Θα εστίαζε σε ό,τι φέρνει ζωή σε βάθος χρόνου και με διάρκεια. Αντίθετα η επέμβαση νεκρώνει ακόμα πιο πολύ από λειτουργική κίνηση, αποκόπτει από τις γύρω περιοχές, δημιουργεί μια ανισορροπία αφήνει μόνο κίνηση αναψυχής, κι όχι λειτουργική.
Το Rethink ήταν η ναυαρχίδα του σχεδίου για την Αθήνα ως citybreak city, πόλη του Σαββατοκύριακου ή destination city με τους ίδιους εμπορικούς δρόμους που συναντά κανείς σε όλο τον κόσμο, με πολιτισμό franchise, με ένα σχέδιο για την πλατεία Ομονοίας που ήδη έχει επαναληφθεί σε πολλά άλλα μέρη στον κόσμο, χωρίς κανένα βιώσιμο πλάνο που να αντιμετωπίζει την πόλη ως πόλη κατοίκων. Οικονομικά το πλάνο είναι έωλο. Είναι τόσος ο διεθνής ανταγωνισμός για τις πόλεις του Σαββατοκύριακου και τόσο ευμετάβλητες οι μόδες που είναι σχεδόν μάταιο να στηρίζει κανείς τις ελπίδες του για όποια αναζωογόνηση μιας πόλης σ’ αυτόν τον τόσο εφήμερο στόχο. Αναγνωρίζεται πια διεθνώς ότι αυτή η κατεύθυνση πάσχει, οι πόλεις -προορισμοί απλώνονται ίδιες σε όλον τον πλανήτη. Ακόμα και το κάπως πιο μόνιμο hype των δημιουργικών νομάδων δεν διαρκεί πολύ.
Τι είχαμε, τι χάσαμε λοιπόν.
Το τόσο επενδεδυμένο με ελπίδα Rethink δεν είναι παρά ένα προβληματικά σχεδιασμένο έργο, συγκοινωνιακά λάθος, πολεοδομικά ανισομερές, που δυναμιτίζει τις αστικές ισορροπίες, που επενδύει στο ίδιο πάντα φτωχό όραμα για μια Αθήνα των τουριστών και που το μόνο τελικά που θα εξυπηρετούσε θα ήταν είναι να πάρει η αττικό μετρό μια ακόμα εργολαβία. Αλήθεια αν αφαιρούσαμε το τραμ που είναι ολωσδιόλου περιττό σ’ αυτή την υπερκαλυμμένη από το μετρό περιοχή ποιος θα νοιαζόταν να πεζοδρομήσει την Πανεπιστημίου; Το μόνο που έχει σημασία είναι η εργολαβία. Κι αυτό, η διαφωνία για το ποιος θα πάρει το έργο, είναι κι η αιτία που η ΕΕ μας το αρνήθηκε.
Δεν χάσαμε τίποτα λοιπόν; Και όμως χάσαμε πολλά.
Μπορεί λοιπόν να μη χάσαμε τίποτα σε πρακτικό, οικονομικό επίπεδο χάσαμε όμως σε όλα τα επίπεδα του συμβολικού, ήδη και μέχρι εδώ και προτού βγει η απόφαση της ΕΕ. Η απόφαση αυτή ήρθε να επιβεβαιώσει αυτό που όλοι γνωρίζουμε- όχι ότι το έργο είναι έργο βιτρίνας, αλλά το ότι δεν έχουμε κανένα λόγο για την μορφή της πόλης στην οποία ζούμε, για τον χώρο που μας περιβάλλει, ότι σε βάθος χρόνου κι από το 1831, από τότε που η Αθήνα έγινε η πόλη, χτίζεται με τον ίδιο κανόνα: χωρίς κανόνα, χωρίς γενικό και μακροπρόθεσμο σχεδιασμό. Υπάρχει μόνο το κέρδος “εδώ και τώρα” και τα υπουργικά “οράματα” που υποκαθιστούν την πολεοδομική έρευνα. Φαίνεται περίεργο να μιλάει κανείς για απουσία σχεδιασμού όταν το ίδρυμα Ωνάση μας έχει βομβαρδίσει με σχέδια και λεπτομέρειες της επέμβασης. Πίσω, όμως, από την ευγενική επικοινωνιακή δωρεά του Ωνασείου, κρύβεται μια κατά παραγγελία από το ΥΠΕΚΑ έρευνα του Πολυτεχνείου που προτάσσει το τραμ στην Πανεπιστημίου ως μόνη απάντηση στην ανασυγκρότηση του κέντρου και ακόμα πιο πίσω κρύβεται η Αττικό μετρό που θα πληρωνόταν για την υλοποίηση του έργου.
Μια φωτεινή στιγμή φαίνεται να είχε η Αθήνα κι αυτή ήταν προτού ακόμα χτιστεί, στο εξαιρετικό σχέδιο των Κλεάνθη και Σάουμπερτ. Έχοντας προβλέψει και την μελλοντική ανάπτυξη της πόλης σχεδίασαν μια πόλη με φαρδιά βουλεβάρτα και μεγαλειώδεις δημόσιους χώρους. Τα συμφέροντα της εποχής φρόντισαν να το φέρουν στα μέτρα τους, να το λιγοστέψουν, να στενέψουν τους δρόμους, να πετσοκόψουν τις πλατείες και τις δεντροστοιχίες προτού ακόμα χτιστεί.
Από ‘κεί κι έπειτα ο λόγος περνά από τους πολεοδόμους στους πολιτικούς. Αν βάλει κάτω κανείς τα φωτισμένα υπουργικά οράματα και δει τι ονειρεύτηκαν κατά καιρούς, θα τρομάξει πραγματικά. Το ’60 – όχι πολύ μακριά δηλ. προτεινόταν η διαπλάτυνση της Πανεπιστημίου και η διαπλάτυνση της Κοραή που σήμαινε καταστροφή όλων αυτών των νεοκλασικών που προσδοκόταν να αναδείξει η πεζοδρόμηση. Όλα αυτά ευτυχώς ξεχάστηκαν, εκτός μόνο από το όραμα του Τρίτση. Σε μια Αθήνα χωρίς μετρό ονειρεύτηκε ένα κυκλικό τραμ γύρω από την Ακρόπολη, το οποίο μάλιστα θα διερχόταν και από αυτό το “κακό” κομμάτι της Αθηνάς, το κάτω από την Ομόνοια, αυτό που το καινούριο σχέδιο αγνοεί επιδεικτικά, τη στιγμή μάλιστα που είναι το πιο πάσχον σημείο της πόλης. Αν συγκρίνει κανείς τα σχέδια πρόκειται για μια εντελώς άλλη σύλληψη- η επίκληση όμως στην αυθεντία του υπουργικού οράματος θα έπρεπε να μας προβληματίσει. Πως είναι δυνατόν να θεωρείται επικοινωνιακό ατού αυτό που θα έλεγε κανείς μειονέκτημα- μια ιδέα ενός υπουργού, 35 χρόνια πριν σε μια Αθήνα που είναι τώρα τόσο διαφορετική;
Όπως και να ‘χει η πεζοδρόμηση της Πανεπιστημίου είναι ένα έργο πολύ πιο ήπιο απ’ όσα κατά καιρούς φαραωνικά πέρασαν απ’ το μυαλό των υπουργών και σε σχέση με τα πολεοδομικά εγκλήματα του ’60- είναι ένα έργο αναστρέψιμο. Αν κάποτε αποφασίζαμε ότι δεν μας άρεσε η Πανεπιστημίου θα μπορούσε να ξαναγίνει δρόμος σε μια νύχτα- έχοντας βέβαια προηγουμένως σπαταλήσει τεράστια ποσά χρημάτων, δυνάμεων και σκέψης, χρημάτων.
Έχει ξανασυμβεί. Μέσα σε μια μόνο νύχτα του 1953 ξηλώθηκαν όλες οι γραμμές από την Πανεπιστημίου¹. Τη νύχτα εκείνη ο Καραμανλής ξηλώνοντας με το έτσι θέλω τις γραμμές του τραμ έκανε την εξής δήλωση : “Στην Ελλάδα, ένας οικογενειάρχης, ο οποίος κατορθώνει μέσα σε μία νύχτα να στήσει τέσσερις τοίχους και μία στέγη, δημιουργεί τετελεσμένο γεγονός και δεν διατρέχει κίνδυνο να του το γκρεμίσουν εκείνη τη στιγμή. Κάτι τέτοιο έκαμα και εγώ. Και με τον τρόπο αυτό όλοι οι δικηγόροι της Αθήνας δεν θα μπορέσουν να ξανατοποθετήσουν αυτή τη σιδηροτροχιά”». ( Ο Καραμανλής και το τραμ το τελευταίο)
Τίποτα δεν έχει αλλάξει. Το μακρινό βλέμμα θα δείξει μετά από χρόνια το γελοίο της ιστορίας που επαναλαμβάνεται ως φάρσα- ένα τραμ που ξηλώνεται, ένα τραμ που επιστρέφει με το έτσι θέλω. Την νύχτα εκείνη ο Καραμανλής έβαλε τα θεμέλια για την Αθήνα των οικογενειαρχών. Οι Αθηναίοι συναίνεσαν τότε στα πολεοδομικά εγκλήματα της εποχής τους, αυτά για τα οποία τώρα καταριούνται την Αθήνα. Με την ίδια λαχτάρα συναινούν στο Ελληνικό, στο Φάληρο, στο Rethink περιμένοντας να αποθέσουν στις πόρτες των μαγαζιών τους τα στίφη των τουριστών, -συναινούν σε αυτή την παράκρουση χωρίς να σκεφτούν ορθολογικά το κόστος του πιθανού οφέλους. Η αλλαγή απλά φαίνεται καλή.
Tο Rethink παρουσιάζεται με πρόσωπο νέο, φρέσκο, εκσυγχρονιστικό, αλλά ανακυκλώνει την ίδια παλιά ιστορία του πολεοδομικού σχεδιασμού της Αθήνας,- μια ακόμα σελίδα πολεοδομικής αναρχίας, μια ακόμα ευκαιρία για τους εργολάβους να κινηθεί η αγορά.
Το Καραμανλικό “έτσι θέλω” διαπνέει όλη την πορεία του σχεδίου, μια πορεία πολύ αδιαφανής στα βασικά. Τον Σεπτέμβρη ενώ εκκρεμούσε μια προσφυγή στο συμβούλιο Επικρατείας οι εφημερίδες οι υπουργοί, και οι ιθύνοντες το αναγγέλλανε με βεβαιότητα. Τι κι αν αποφάσιζε κατά το ΣΤΕ; Το διαγράφει η Ευρωπαϊκή ένωση και πάλι από υπουργούς κι εφημερίδες ακούμε ότι θα γίνει. Τί κι αν υπήρξαν ενστάσεις από ένα σωρό φορείς και ειδικούς. Αυτά δεν συζητήθηκαν ποτέ. Σε ένα έργο που αφορά τόσο έντονα την καθημερινότητά τους, οι πολίτες επίσης δεν ρωτήθηκαν ποτέ. Απάντησαν μόνο σε εκθέσεις ιδεών για το τι μου αρέσει στην Αθήνα.
Το Rethink είναι ακόμα πιο επικίνδυνο από το Καραμανλικό έτσι θέλω γιατί με κάποιο τρόπο μας κάνει συμμέτοχος όλους. Μας συνηθίζει στην ιδέα ότι η συμμετοχή μας στα κοινά φτάνει μέχρι την συμπλήρωση ερωτηματολογίου για το τί θα μου άρεσε στην Αθήνα. Παραχωρώντας μας την ψευδαίσθηση της συμμετοχής καπηλεύεται την συναίνεση μας, μας κάνει συνενόχους σε αποφάσεις που παίρνονται από λίγους για λίγους Το rethink είναι όπως η δημοκρατία μας. Κι αυτό σε βάθος χρόνου εδραιώνει και υποβάλλει ένα συγκεκριμένο ήθος συμμετοχής στα κοινά και την πόλη.
Με όλο λοιπόν το βάρος που φέρει ως το νέο Παράδειγμα, το Rethink είναι η συμβολική μας ήττα, η ήττα του συλλογικού και η ήττα του πολεοδομικού σχεδιασμού, του συμμετοχικού, του δημοκρατικού και του επιστημονικού σχεδιασμού, η ήττα της φαντασίας και της επιθυμίας, της αυτοδιάθεσης και της δυνατότητας να σκεφτόμαστε τη ζωή μας στην πόλη. Μπορούμε να σκεφτούμε μια Αθήνα για μας, να δημιουργήσουμε ένα νέο μύθο πέρα απ’ το τόσο παλιομοδίτικο “live your myth in Greece” και ν’ αφήσουμε επιτέλους το “live your myth” μαζί με το rethink στα ντουλάπια της Ιστορίας;
1. Μετά την Κατοχή αρχίζει η φθίνουσα πορεία των τραμ της Αθήνας, με την κατάργηση ορισμένων γραμμών. Η πραγματική, όμως, κατάργηση συμπίπτει με το θεαματικό ξήλωμα των σιδηροτροχιών στον κόμβο των Χαυτείων, από συνεργεία του Υπουργείου Δημοσίων Έργων, τις πρώτες πρωινές ώρες της 16ης Νοεμβρίου 1953, και τον επακόλουθο παροπλισμό των γραμμών Πατησίων – Αμπελοκήπων και Κυψέλης – Παγκρατίου. ΠΗΓΗ: http://www.sansimera.gr/article/111#ixzz3CEy71SlS